Θάλασσα

Την αρχή σου θάλασσα
έκανα μνήμη
και πιο πέρα από αυτήν
την ατέλειωτη σιωπή του τέλους
έκανα ανάμνηση
στα όρια μιας ξενιτεμένης άρνησης
τότε που τα κύματα έβρεχαν
την αμνηστευμένη κατάφαση.

Πια δεν ορίζω αποστάσεις
μήτε αναγνωρίζω έκπτωτους γλάρους
όταν μοναχοί τους βουτούν
δίπλα στις σχεδίες ενός λάθους
που στα σύννεφα γράφτηκε
βρέχοντας τα φτερά μιας απέλπιδης πτήσης
σ’ εκείνο το αύριο,
που αγνοώ - πως είναι - κι αν θάρθει.

Με κούρασε ν’ ανιχνεύω στόματα κλειστά
σε τρικυμισμένα για καιρό χείλη
προσδοκώντας να βρω
την αρχή σου πάλι… Θάλασσα.