Αποταμιεύσεις – εκταμιεύσεις (συναισθημάτων)


Υπήρχε εποχή
που αποταμίευες συναισθήματα
σε χτύπους καρδιάς
και σιωπές
σε θηκάρια ψυχής
για εκταμιεύσεις
σε καιρούς άνυδρους.

Ήρθαν αιμόφυρτοι χρόνοι
σε δρόμους και πλατείες,
στης αγρύπνιας τα πεζοδρόμια
αναζητούνται τιμητές
για να ξεφωνίσουν την αδικία
αποκαθηλώνοντας
παγιωμένες πεποιθήσεις
ως να διασπασθεί το μίσος
στα στρατόπεδα της θλίψης.

Θα είσαι εκεί;
Θα μείνεις; Θα φύγεις;
Ή μήπως θα ενώσεις την φωνή
μαζί με άλλες κραυγές απόγνωσης
χαρίζοντας τ’ αποθέματα που κουβαλάς
επιδιώκοντας
το αμετάβλητο να γίνει μεταβλητό
για να αποτραπεί
ο λιθοβολισμός του φόβου
που κρατά ζωντανή την ανάμνηση.

Δεν υπάρχουν πια σωτήρες
να σώσουν την αγωνία
ξεκρέμαστων υποσχέσεων,
παρά μόνον μια αιχμάλωτη άνοιξη
από τον χειμώνα που έρχεται
κι αργεί ακόμα πολύ για να φύγει…