Παγιδευμένοι Ίσκιοι


Κι αν σε ρωτήσουν,
"γιατί οι φωνές σώπασαν
κι οι κραυγές πονούν σα βγαίνουν λυπημένες",
μην απορείς που τα μελάνια
γράφουν λέξεις στα αδιέξοδα της υπομονής,
στα σκαλιά της ανάβασης
σπαραχτικά μονολογούν τρόπους διαφυγής
για το όνειρο που ανέγγιχτο έμεινε,
άλυτος κόμπος
στον γρίφο εφιαλτικών πρωινών
που ξημέρωναν αγέλαστα στο κρεβάτι
ψάχνοντας χαρταετούς συγνώμης
για το πέταγμα στης αλήθειας τα ύψη.

Μυστική της αντάμωσης πλεύση
για λίγο παγιδευμένοι ίσκιοι
στης φθοράς το ταξίδι
σε δίχτυα ησυχίας
στην ευλυγισία τόξου τεντωμένου
που πετά στην αμετάκλητη αδιαφορία βέλη
στης συμφοράς το κρυφτό
με την ανύπαρκτη ευδαιμονία του θανάτου,
έρημα κορμιά νοσταλγούν
τότε που οι φωνές έβγαιναν ψιθυριστά
ανανεώνοντας το ταξίδι για τον παράδεισο.