Άβυσσος


Στη θάλασσα η προσμονή
κι οι πλημμύρες του νου
στη λαχτάρα της άμπωτης
που καλπάζει ελπίδες,
την ώρα που το φως ξημερώνει
στις φθίνουσες εκτάσεις των κυμάτων,
το άβατο της σκέψης
λατρεύει να ταξιδεύει
στα δάχτυλα της σιωπής
εκεί που σβήνουν ευωδιές ζωής.

Στις λυτρωτικές αποφάσεις
κρέμονται καλοκαίρια και φθινόπωρα θλίψης
όνειρα σκορπισμένα
σε πελάγη αξεκίνηστων πλεύσεων
με διαπληκτισμούς θανάτου
τότε που όλα επικάθονταν
σε ιζήματα ψυχής
με την αλμύρα στα χείλη
κι ούτε μια άγκυρα ριγμένη
στο γαλάζιο της μοίρας λιμάνι.

Στα ναυάγια του Ποσειδώνα
αόρατο μέλλον δακρύζει φαρμάκι
στης προδοσίας την έξοδο
που γράφει... "άβυσσος".