Βρόχινα τόξα


Θα μπορούσα να μαζέψω όλη την βροχή
μόλις σε δυο χέρια ξερά,
να ξεδιψάσουν άνυδρα σώματα
στης αφής το ξημέρωμα,
να ξεπλυθούν ελιγμοί περίτεχνοι
στου παραλογισμού τα βρόχινα τόξα,
μόνιμοι κάτοικοι ακρωτηρίου
που το χτυπούν κύματα
στους καταυλισμούς της αγάπης.

Όμως δεν μπορώ,
η βροχή που τόσο αγάπησα
σβήνει τα ίχνη
μεγαλώνοντας αποστάσεις,
κι οι φλέβες που τον δρόμο έδειχναν
στέγνωσαν καθώς στο αίμα σου βούταγα,
για να σώσω και να σωθώ
από τους κεραυνούς της φυγής σου.

Η τελευταία αστραπή ζωγράφισε
ένα τρεμάμενο φιλί αντίου
λίγο πριν αστράψει
στον καινούργιο ουρανό
των άκλιτων δισταγμών σου.