Παραμονεύουν οι σιωπές
στο αμίλητο μιας άλλης ζωής
εκείνης που ξοδεύτηκε
περιγράφοντας φωνές ίσκιων
όταν δραπέτευαν ώρες τρελές
για παγωμένα ηλιοστάσια κι έρημες στέπες
ψάχνοντας το χρυσό σπαθί
στην άκρη της αβύσσου
σπαθίζοντας την νύχτα
μήπως και φανεί το φως
για να λάμψουν μάτια στεγνά στο σκοτάδι.
Πόσα γυαλιά έσπασαν οι δεσμώτες του πόθου
για να ελευθερώσουν την φυγή
εγκλωβισμένης ταγμένης ανάγκης
ξεπερνώντας τα όρια μικροαστικής πληρότητας
στην εμπόλεμη ζώνη ναρκισσιστικών απολαύσεων
αναβάλλοντας κάθε φορά
την μακαριότητα του ταξιδιού
για το άγνωστο...