Απειθάρχητοι δισταγμοί























Απειθάρχητοι δισταγμοί καρφωμένοι στο στόμα
ψάχνουν τρόπο να εξαϋλωθούν
να γίνουν σκόνη
για να πνίξουν
φιλί αγίνωτο δίχως χώμα στη ρίζα
φωνή ακάνθινη δίχως ήχο στον άνεμο

Πάλι απόψε με νερό θαλασσινό
θα ξεδιψάσουν… (δισταγμοί)
που για χρόνια αγκυροβόλησαν σε υφάλους
θα αναδυθούν με την ορμή των κυμάτων
για να βαλσαμωθούν σε σκοπέλους υπομονής
ενταφιάζοντας άλλη μια φορά σιωπές
στις εντοιχισμένες αγωνίες των βράχων
με στραμμένη την αγριότητα
στη γαλήνη της πέτρας.

Πέφτουν στη παγίδα του ανομολόγητου
παραμένοντας αιχμηροί σαν την αγάπη.

Καίγονται μεσημέρια ζεστά
και τρέφονται σα βραδιάζει
ξυπνώντας αχάραγα ποιητές
για να συνομιλούν με το φεγγάρι
που άγρυπνοι λούζονται
στους δρόμους των άστρων.

Οι αναθυμιάσεις των λέξεων
θα πνίξουν γράμματα σε κλειστές νύχτες
κι οι φθόγγοι θα ξεβαφτούν από χρώματα
στις σαρκοφάγους των ποιημάτων
στο χαρτοπόλεμο των εξεγέρσεων της μνήμης
που αδούλωτη επιμένει σε απειθάρχητους δισταγμούς
καρφωμένους στο στόμα.