στη Σταυρούλα Κουγιουμτσιάδη
Άραγε ποια πανάρχαια σφάλματα εξοφλούνται
τώρα που η εξαθλίωση συνωστίζεται
δυναστεύοντας τις μέρες
στους δρόμους και τις πλατείες
μιας πόλης ανοχύρωτης στην ομορφιά;
Τι κι αν ανθίζουν λυγμοί στα σοκάκια
τι κι αν τα δάκρυα γίνανε ποταμοί,
δεν έπνιξαν ακόμα την αναλγησία
εκείνων που μας έφεραν ως εδώ.
Θα ’ρθει ο καιρός
που οι ποιητές θα ενδώσουν στα πένθη
θα βγουν στο φως
θα φέρουν τον σπόρο,
για να τραφούν της γης οι απελπισμένοι
διασχίζοντας με λέξεις
τα χαρακώματα της απελπισίας…