Ορυχεία της λύπης


Θλιμμένο το βλέμμα, ακίνητο
στον αντίλαλο λυγμού που δυναμιτίστηκε
στα ορυχεία της λύπης
συγκρατώντας στη μνήμη
την ηχώ του χρόνου
αντέχοντας εκρήξεις
στα πετρώματα της ανάμνησης.

Πονάνε οι πέτρες
με τα θραύσματα να ματώνουν δάκρυα
στα εξορυγμένα ορυχεία
συναισθημάτων που έληξαν
στη γη σωμάτων που πολύ αγαπήθηκαν
τότε που μαζί έπιναν
του ονείρου ακριβό απόσταγμα
μεθώντας με αναφιλητά χαράς
κι αντιγράφοντας νύχτες
στον φλοιό της σελήνης
επιθυμώντας να μείνει
η αιωνιότητα των αισθήσεων.