Μη ρωτάς...


Μη ρωτάς πως ντύνομαι αποσιωπητικά
την ώρα που εσύ βάζεις τελεία και παύλα
εκεί που εγώ έπαψα πια να φοράω λέξεις
στο βίαιο
στο αναπάντεχο
εξωστρακισμένου θανάτου
σε μισεμού ψευδαισθήσεων περισσεύματα
επιζητώντας να θεραπευτούν
στις ανίατες εκχύσεις πόθων
δαμάζοντας αισθήσεις ξάγρυπνες
με βλέμμα στραμμένο στο λίγο, στο ελάχιστο
μιας καληνύχτας σιωπηλής, άφατης
ακαριαίας
μεταξύ ίσκιων
στα μοιρογνωμόνια που μετρούν
γωνίες απόστασης
χαμένες σε πικρούς στεναγμούς
μιας πατρίδας απόκληρης σε φτερών κύματα.

Ναυλωμένο καράβι ο πόνος
με μαύρο καπνό
στάζει σε ουρανό δάκρυα
στα συντριβάνια που πληγή δένει
με στάλες νερού
σε γη ανέμου,
με φωνή νεκρού φτερουγίσματος
σε φως σκιερό
στις εκλείψεις φεγγαριών σκοτεινών
σε κείνο το πουθενά
μιας τροχιάς αδέσμευτης με τον χρόνο
σε χορό με τα σύννεφα
της αμετάθετης οργής του αξόδευτου θυμού
στα πετάγματα προσωπικού χρέους
σε συμπαντικά τριξίματα.

Έλα κι ύστερα φεύγα
σε υγρή σιωπή
σε νύχτα δειλή
ξεγλυστρώντας από συναντήσεις
την ώρα που δίαυλους επικοινωνίας ακολουθείς
παρακολουθείς
ακροβατισμούς δίχως λόγια
όταν έρημοι τόποι κοιμίζονται
και με στεφάνια κόκκινα στεφανώνονται
όνειρα αφημένα σ' αυλάκια
πλημμυρισμένων στεναγμών.