Χάθηκα
στους
ναυαγισμούς
μιας
Ιθάκης απρόσιτης
σε
κύματα
που
έπνιγαν λυγμούς μεσάνυχτα
και
μεσίστια δίνες
δάγκωναν
ερινύες.
Κανείς
δεν άκουγε!
Θεοί
και άνθρωποι
ξημέρωναν
γαλήνια
τα
όνειρά τους
Μόνον
εγώ μαρτύραγα
στις
εκτροπές του φόβου
συλλαβίζοντας
τη ματαιότητα
μιας
ακόμα αναβολής
γιατί,
μόνον εγώ υπέμενα επιβουλές
από
αλαφιασμένες λύπες.
Έλειπε
το θάρρος
που
θα τερμάτιζε λάθη
απαλλαγμένα
από δεσμά,
για
να μην βυθιστούν σιωπές
και
ακονισμένες λέξεις
στην
απληστία του πάθους.