Φύλαγες στη σιωπή
επιστροφές ανερμήνευτες
ανακαλώντας την έμπνευση
μιας ακόμα φυγής
στο άφατο της αλήθειας
που δεν τόλμησες τότε να
πεις.
Τεμαχίστηκε στις
διαδρομές μιας παρένθεσης
που άθελά τους
οικοδόμησαν λέξεις
διαιρεμένου πόνου
στης απελπισίας τον
αθροισμένο κρότο
κατά την αποκαθήλωση της
θλίψης.
Ο καθρέφτης είναι ο
μοναδικός μάρτυρας
πως το πρόσωπό σου
χαράχτηκε στα κομμάτια
που συγκρατούν μια ανάσα
ικεσίας ανέγγιχτης
με ασύνταχτες φράσεις
στα τετράδια της
απόγνωσης.
Είδα τις λέξεις να
γίνονται σύννεφο
κι ύστερα να βρέχουν
τα ήδη βρεγμένα σου
μάτια
από την κατακλυσμιαία
βροχή των φθόγγων
στους ανορθόγραφους
στίχους της λύπης.