Οι
χαραυγές
έχουν
το άρωμα
κρυφών
συναντήσεων
ανέγγιχτων
μόνον
τα δάχτυλα κρατούν
το
τσιγάρο
με
τους καφέδες να συνωστίζονται
στο
μικρό γραφείο της πλάνης
καθώς
η μοναξιά αναρωτιέται
σε πλήκτρα
σιωπής
αν
θα πει καλημέρα
στην
παρέα της αυταπάτης
ματαιώνοντας
ανείπωτες λέξεις
στα
γραμμικά περιθώρια
της
απουσίας.
Οι
χαραυγές
έχουν
το κάλεσμα πόθων
που
όλη τη νύχτα σεργιάνιζαν
σε
μοναχικά κρεβάτια
με
τρικυμισμένα πάθη,
ναυαγισμένα
σε κρύες
στεριές, άγονες
με
φορεμένη κατάσαρκα
προσμονή
παγωμένη
κι
ένα απροσδιόριστο αναφιλητό
για
την νύχτα που έφυγε.
Τόση
αναπηρία σε χαραυγές
καθώς
ξημερώνουν… τη λύπη.